алчный - translation to πορτογαλικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

алчный - translation to πορτογαλικά


алчный      
avaro, avarento, guloso, cúpido ; cobiçoso
cobiçoso adj      
алчный, жадный
cobiçoso      
алчный, жадный

Ορισμός

алчный
прил.
1) а) Одержимый страстью к наживе, к богатству; корыстный.
б) Свойственный такому человеку.
2) перен. Проявляющийся сильно, страстно.
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για алчный
1. Итак, долой алчный рынок, да здравствует патронаж!
2. Главное действующее лицо - это алчный чиновник и обнаглевшая монополия.
3. Он, во-первых, был абсолютно не алчный, его все устраивало.
4. ВОРОНИН: Измучилась Российская держава Под вашим гнетом, алчный Михаил!
5. Это хлеборезка Нюрка - алчный хищник, безжалостно наживающийся на горе других.